Κυριακή 15 Νοεμβρίου 2015

Ο ΔΥΝΑΜΙΤΗΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV 
Ο ΔΥΝΑΜΙΤΗΣ
Οι αλιείς που χρησιμοποιούν δυναμίτιδα για να ψαρέψουν, δεν χρησιμοποιούν βάρκες και ρίχνουν τους δυναμίτες από τη στεριά. Το ψάρεμα αυτό επειδή γίνεται ολόχρονα, σε όποια μέρη της θάλασσας συμβαίνει, σκοτώνει όλους τους θαλάσσιους οργανισμούς, και προκαλείται ανεπανόρθωτη ζημιά στο θαλάσσιο οικοσύστημα. Η έκρηξη του δυναμίτη είναι πολύ ισχυρή που σκοτώνει σε ακτίνα 200 μέτρα και βάθος 50, ανάλογα με την ποσότητα της εκρηκτικής ύλης. Καταστρέφει το φυτοπλαγκτόν, τα κοράλλια και ότι άλλο βρίσκεται στον βυθό. H καταστροφή στο οικοσύστημα είναι τόσο μεγάλη, που για να ανακάμψει χρειάζεται έναν αιώνα.
Πολλοί ψάρευαν δι αυτού του τρόπου, ειδικά τον καιρό του αγώνα της ΕΟΚΑ όπου η δυναμίτιδα ήταν προσιτή σε όσους ήσαν ανεμιγμένοι στον απελευθερωτικό αγώνα. Από τη μια έβρισκαν ευκολότερα δυναμίτιδα, από την άλλη έπρεπε να είναι διπλά προσεκτικοί, γιατι η Αποικιοκρατική κυβέρνηση πολλαπλασίασε τους ελέγχους στη θάλασσα για να μπορεί να συλλαμβάνει τους λαθροψαράδες φυλακίζοντας δι αυτού του τρόπου αγωνιστές της οργάνωσης που διεξήγαν αγώνα εναντίον της.
Ο Χαρίλαος δεν ήταν ενεργός αγωνιστής της ΕΟΚΑ, αλλά είχε τον τρόπο του να εφοδιάζεται δυναμίτιδα, και κάθε φορά που πήγαινε για ψάρεμα έφερνε μια κοφίνα ψάρια. Καθώς δεν μπορούσε να τα πουλήσει αφού όλοι οι χωριανοί ψάρευαν μόνοι τους, ή είχαν κάποιο συγγενή που σαν καλή ώρα ο Χαρίλαος τους προμηθεύε μπόλικα, τα διένεμε δωρεάν σε φίλους και γειτόνους. Το χωριό ήταν παραθαλάσσιο και τις παλιές εποχές πρίν η βιοποικιλία της θάλασσας καταστραφεί από την έκχυση σε αυτήν των λυμάτων από τα  ξενοδοχεία που κτίστηκαν κατά μήκος των παραλιών ένεκα της απότομης ανάπτυξης και της προόδου της τουριστικής βιομηχανίας, ήταν γεμάτη ψάρια.
Ενώ όμως οι περισσότεροι ψάρευαν με το καλάμι ή με τις βάρκες και τα δίχτυα, ο Χαρίλαος δεν είχε τέτοια όρεξη. Ενώ ο πατέρας του ήταν λάτρης της θάλασσας και φημισμένος ψαράς με βάρκα δική του που ξανοιγόταν μέχρι τον Ακάμα και ύστερα ξεμπαρκάριζε στα χωριά της Λαόνας για να πουλήσει τις ψαριές του, αυτός προτιμούσε τον εύκολο τρόπο όταν κατά καιρούς ψάρευε, χρησιμοποιώντας δυναμίτιδα.
Το ψάρεμα με δυναμίτη για πολλά χρόνια πριν την απελευθέρωση και καμιά εικοσαριά μετά από αυτήν, για ορισμένους ριψοκίνδυνους ανθρώπους ήταν ένας εύκολος συνήθης τρόπος για εύκολο και γρήγορο πλούσιο ψάρεμα.
Οι επιτήδειοι ψαράδες δι αυτού του τρόπου προσπαθούσαν να έχουν καλές σχέσεις με τον αστυνόμο της περιοχής για να καμνει τα στραβά μάτια, καθώς και με τους πετροκόπους γιατι ήσαν οι μόνοι με άδεια της Κυβέρνησης που μπορούσαν να χρησιμοποιούν δυναμίτες για την εργασία τους και κατά συνέπεια εύκολα να τροφοδοτούν και αυτούς.
Ο Χαρίλαος είχε φίλο τον Τουρκόπουλο που είχε φίλο τον Αστυνόμο, είχε φίλους επίσης του πετροκόπους του χωριού, τον Άνοστο και τον Σιηπέττο. Από αυτούς προμηθευόταν όση δυναμίτιδα χρειαζόταν, γιατι κάποια βραδάκια που επισκέπτονταν στο καφενείο του και μες την πολλή τους φτώχεια δεν είχαν να πιούν ένα ποτηράκι, αυτός τους κέρναγε αφειδώλευτα. Με τη δυναμίτιδα εφοδιασμένος και με τους μικρούς του φίλους περιστοιχισμένος, κάθε τόσο καιρό εξορμούσε στον Κοτσιά έναν ψηλό θεόρατο βράχο στην άκρη της θάλασσας όπου από κάτω η θάλασσα βάθαινε απότομα και ήταν πέρασμα ψαριών, ένα ιδανικό σημείο για καρτέρι περάσματος ψαριών. Διασκόρπιζε τους νεαρούς φίλους του σε όλα τα σημεία του ορίζοντα πέραν της θάλασσας για να παρακολουθούν μήπως φανούν οι τελωνειακοί που ήταν υπεύθυνοι για την πάταξη αυτού του παράνομου ψαρέματος, και ο ίδιος στεκόταν πάνω στο βράχο παρακολουθώντας με πολλή προσοχή τη θάλασσα κάτω από τα πόδια του.  
Ο δυναμίτης που χρησιμοποιούσαν γι αυτό το είδος ψαρέματος ήταν ο λεγόμενος σιουσιούκκος, ένα μασούρι του ιδίου πάχους, σχήματος και χρώματος. Το έδεναν σε βαρίδια συνήθως μακρουλές πέτρες για να μπορεί να βυθίζεται στο νερό και ύστερα να εκρήγνυται, ώστε να σκοτώνει τα ψάρια. Για να εκραγεί χρειαζόταν καψούλι, το οποίο πυροδοτούσαν με ένα φυτίλι. Πάνω στο μασούρι του σιουσιούκκου σε μια τρύπα που έβγαζαν, τοποθετούσαν το καψούλι και το ένωναν με ένα κομμάτι φυτίλι μικρού μεγέθους, ώστε μόλις βούλιαζε στο κατάλληλο βάθος της θάλασσα να εκρήγνυται.

Η ΠΙΟ ΜΕΓΑΛΗ ΨΑΡΙΑ
Κάποια μέρα στο καφενείο του Χαρίλαου ευρέθησαν ο Κουρούσιης και ο Βέργας δυο ριψοκίνδυνοι νεαροί αγωνιστές μέλη σε ομάδες της ΕΟΚΑ λάτρεις του παράνομου ψαρέματος, με τον ξακουστό βετεράνο λαθροψαρά Χαμπή του Μαύρου. Ο Χαρίλαος όπως το έφερε η κουβέντα, τους ομολόγησε πως κατείχε μετρικούς ράβδους δυναμίτιδας που τους προμηθεύτηκε από τους πετροκόπους φίλους του, και καθώς άλλη κουβέντα δεν ήθελαν οι υπόλοιποι, ολοι μαζί οργάνωσαν να εκδράμουν για ψάρεμα με δυναμίτη. Αποφάσισαν να πανε μακριά στην περιοχή του Τσολιά, γιατι εκεί τους είπε ο Χαμπής που γνώριζε περισσότερα για τη θάλασσα, ήταν πέρασμα μεγάλων αλαγιών από ψάρια.
Εκείνη τη μέρα που όρισαν για να πάνε, αγκάζαραν τον Φίλιππο Λαούρη ιδιοκτήτη ταξί να τους μεταφέρει, και συμφώνησαν να τους περιμένει μέχρι να τελειώσουν για να τους πάρει πίσω.
Πρωί με τη δροσιά βρέθηκαν στου Τσολιά με τους δυναμίτες έτοιμους στα χέρια και τον Χαμπή που είχε αετίσιο μάτι πάνω στο ψηλό βράχο να παρακολουθά. Δίπλα του ο Χαρίλαος με στιβαρό χέρι βαστούσε τον δυναμίτη έτοιμος μόλις του παράγγελνε, με το δεξί του δυνατό χέρι θα τον έσειρνε μέχρι πολύ μακριά όσο χρειαζόταν. Ο Βέργας και ο Κουρούσιης γυμνοί με τα σώβρακα, ήταν έτοιμοι να βουτήξουν να βγάλουν τα ψάρια με το πρώτο παράγγελμα.
Δεν περίμεναν πολλή ώρα, σε λίγο φάνηκε ένα μεγάλο αλάγι από σορκούς, οπότε ο Χαμπής βγάζοντας μια δυνατή φωνή με πολλή ενθουσιασμό και χειρονομώντας χαρούμενα, έδειξε το ακριβές σημείο εκείνο που περνούσαν τα ψάρια και στο οποίο ο Χαρίλαος ανάβωντας το φυτίλι, έριξε το δυναμίτη με ακρίβεια.
Ακούστηκε ένα δυνατό μπαμ και η θάλασσα από τη μεγάλη πίεση της δυνατής έκρηξης αναταράχτηκε και µανιασµένη ανέβηκε ψηλά στον ουρανό. Οι νεαροί βούτηξαν στην κρύα πρωινή θάλασσα και πριν τα ψάρια βουλιάξουν στον βαθύ πάτο της θάλασσας, άρπαξαν τα πρώτα και ύστερα ανεβαίνοντας στην επιφάνεια τα έριξαν έξω στα βράχια. Με κάθε βουτιά έφερναν δυο τρεις μεγάλους γκριζόμαυρους σορκούς. Σε κάποια στιγμή ο Χαμπής ο Μαύρος τους φώναξε να μαζέψουν μόνο τα μεγάλα και να αφήσουν τα μικρά, διότι η έκρηξη ήταν δυνατή και ακούστηκε μακριά, γι αυτό θα έπρεπε να τελειώσουν γρήγορα.
Σε λίγη ώρα πάνω στα βράχια έξω στην παραλία σχηματίστηκε ένας μεγάλος σωρός και ο Φίλιππος σκεφτόταν ότι δεν θα χωρούσαν όλα στο ταξί του. Ο Χαρίλαος κατέβασε από το αυτοκίνητο δυο μεγάλα κοφίνια και άρχισε να τα γεμίζει, συμφωνώντας και αυτός ότι δεν θα χωρούσαν όλα. Άρχισε να το καλοσκέφτεται, και στανεχωρημένος φώναξε στους βουτηχτές να σταματήσουν να βγάζουν άλλα, γιατι δεν θα μπορούσαν να τα κουβαλήσουν.
Ο Χαμπής από το ψηλό βράχο που στεκόταν έβλεπε τον πάτο της θάλασσας να είναι σπαρμένος από σκοτωμένα γκριζόμαυρα ψάρια που από την διάθλαση του ήλιου γιάλλιζαν, και σκέπαζαν τα κίτρινα φύκια και την άσπρη άμμο. Μαράζωνε κι αυτός με τη σειρά του, σκεπτόμενος ότι ήταν κρίμα κι άδικο τόσα ψάρια να μείνουν να τα φάν τα άλλα ψάρια. Παρ όλα αυτά χωρίς να χασομερά, έδινε οδηγίες στους άλλους να βιαστούν για να μην πιαστούν στα πράσα.  
Μάζεψαν και φόρτωσαν όσα χωρούσε το αμάξι, και ο Φίλιππος σταρτάρισε τη μηχανή περιμένοντας τους άλλους να επιβιβαστούν και να αναχωρήσουν. Ήταν όλοι ευχαριστημένοι, θα είχαν να διηγούνται για την τόσο μεγάλη ψαριά που ψάρεψαν για πολλά χρόνια αργότερα. Ο Χαμπής παραδέχτηκε ότι σε όλη του τη ζωή δεν ματαείδε άλλη φορά τόσα πολλά ψάρια, ο Χαρίλαος ως χωρατατζής διερωτοταν τι θα τα έκαναν τόσα πολλά, ποιος θα τα έτρωγε, και οι νεαροί της παρέας κάθονταν στο πίσω κάθισμα κορτωτοί και περήφανοι χωρίς να μιλούν, με ένα χαρούμενο μικρό χαμόγελο που έσκαζε στα χείλη τους, ενώ τέλος ο Φίλιππος δήλωσε ότι τώρα που τελείωσαν και θα έφευγαν χωρίς να τους πάρουν χαπάρι, η καρδιά του πήγε στη θέση της που από την έγνοια όλη την ώρα χτυπούσε τρελλά.
Μπήκαν όλοι μέσα εκτός από τον Χαρίλαο που τους είπε να περιμένουν γιατι κατουρήθηκε. Πήγε πίσω από ένα μεγάλο πυκνό θάμνο, πριν σκιάσει όμως πίσω του, γύρισε κατά πάνω τους φωνάζοντας , -αστυνομία, μας έπιασε η αστυνομία.
Μεμιάς πίσω από την πυκνή βλάστηση πρόλαβαν αστυνομικοί οπλισμένοι και με τα όπλα προτεταμένα. Τους έπιασαν επ αυτοφώρω, ήταν όλοι καταδικασμένοι, το ήξεραν. Τα προστίματα θα πολύ μεγάλα, ακόμα γνώριζαν πως αν κάποιος είχε προηγούμενη καταδίκη, δεν θα γλύτωνε τη φυλακή.
Σήκωσαν τα χέρια ψηλά και παραδόθηκαν. Ο επικεφαλής της ένοπλης ομάδας ήταν ένας νεαρός τελώνης που με αυστηρό ύφος τους πέρασε τις χειροπέδες. Ο Φίλιππος προσπάθησε να μιλήσει στον επικεφαλής και να τους εξηγήσει ότι αυτός ήταν ο ταξιτζής τους και δεν ψάρευε μαζί τους, αλλά ο τελώνης αγριεμένα του είπε ότι είχε να πει, θα το έλεγε στον ανακριτή.
Και σπρόχνωντας τον βίαια πρώτα αυτόν και μετά τους άλλους, τους ανάγκασε να μπουν σε ένα αστυνομικό τζίπ που είχε εν τω μεταξύ πλησιάσει κοντά τους.
Τους μπουζούριασαν τον ένα πάνω στον άλλο, και τους οδήγησαν στα κρατητήρια για ανάκριση.

Ο ΤΕΛΩΝΗΣ
Τα τελωνεία υπάγονταν στη λιμενική αστυνομία και είχαν ως καθήκοντα κυρίως την επιτήρηση του νόμου και της τάξης και την ευθύνη για τον έλεγχο όλων των ακτών του νησιού. Τη δεκαετία του ΄50 η μάστιγα του παράνομου ψαρέματος με δυναμίτη ήταν σε τόσο μεγάλο βαθμό, που οι κίνδυνοι ατυχημάτων ελλόχευαν σε όλες τις παραλίες. Γι αυτό ένα από τα πρώτιστα μελήματα στα καθήκοντα τους οι τελώνες είχαν την πάταξη του φαινομένου αυτού.
Ο Νεόφυτος Χ΄Κυριάκος ήταν τελώνης πρωτοδιορισμένος υπεύθυνος στο λιμεναρχείο της Κάτω Πάφου. Νεαρός στην ηλικία είχε φιλοδοξίες να διαπρέψει και να προοδεύσει στο επάγγελμα του, γι αυτό ήταν πιστός στην εφαρμογή του νόμου προς άπαντες και χωρίς εξαιρέσεις. Μπορεί να ήταν υπάλληλος της Αγγλικής αποικιοκρατικής κυβέρνησης, αλλά πίστευε ότι οι νόμοι έπρεπε να εφαρμόζονται για να υπάρχει κράτος δικαίου και ισονομίας για όλους τους πολίτες, τουλάχιστον στο βαθμό που εξαρτιόταν από τον ίδιο.
Παντρεύτηκε την κόρη του Κεφάλα από την Πέγεια που η σύζυγος του ήταν πρώτα ξαδέρφια μα τον Κώστα Λεωνίδα αργότερα Παπακώστα από τη Χλώρακα, ενός από τους καλύτερους και επιτήδειους στο ψάρεμα με δυναμίτη. Ένεκα αυτής της στενής συγγένειας γνώρισε τον Παπακώστα σε μια περίοδο που του συνέβηκε ένα μεγάλο ατύχημα, καθώς μια φορά στη θάλασσα που πήγε να ψαρέψει έπαιξε ο δυναμίτης στα χέρι του ακρωτηριάζοντας τα μισά του δάχτυλα. Επειδή ήταν πολύ αγαπητός στην οικογένεια των πεθερικών του που στεναχωρέθηκαν πολύ για το κακό που βρήκε τον αγαπητό συγγενή τους, επηρεάστηκε και ο ίδιος πολύ, σε σημείο που έδωσε υπόσχεση στον εαυτό του να κυνηγήσει δια παντός μέσου του λαθροψαράδες ώστε να μην κινδυνεύσουν να πληγωθούν άλλοι άνθρωποι ξανά.
Επιδόθηκε σε μια ανελέητη καταδίωξη τους γυρνώντας σε όλες τις παραλίες σε ώρες ξαφνικές και ως δια μαγείας φανερωνόταν μπροστά τους από εκεί που δεν τον περίμενε κανείς. Είχε γίνει ο τρόμος της περιοχής και όσοι συλλαμβάνονταν οδηγούνταν στα δικαστήρια τα οποία τους καταδίκαζαν σε μεγάλες τιμωρίες και αποτρεπτικά πρόστιμα.
Εκείνη την περίοδο που ήταν αυτός υπεύθυνος επιτηρητής των παραλιών, είχε επέλθει η τάξη και σχεδόν το φαινόμενο εξαλείφθηκε. Σε όλα τα παράλια χωριά έβαλε ρουφιάνους που γυρνούσαν στα καφενεία και παρακολουθούσαν όσους ασχολούνταν μ αυτό το είδος ψαρέματος, έτσι δι αυτής της πληροφόρησης τους έστηνε καρτέρι και τους συνελάμβανε.
Μόνο ένας κατάφερνε να του διαφεύγει, ένας πονηρός και πανούργος που τον ξεγελούσε κάθε φορά. Ήταν ο Χαμπής ο Μαύρος που καταλαβαίνοντας τον τρόπο που ενεργούσε παραπλανούσε τους ρουφιάνους διασπείροντας πληροφορίες για άλλες τοποθεσίες από αυτές που θα εφορμούσε, με αποτέλεσμα να μην συλλαμβάνεται. Τη παραμονή κάθε εφόρμησης του, πήγαινε στον καφενέ του Χαρίλαου όπου τα έτσουζε, και μετά κάνοντας τον μεθυσμένο του ξέφευγε τάχα κάποια κουβέντα για την παραλία που θα πήγαινε την επόμενη μέρα να ψαρέψει. Οι ρουφιάνοι αμέσως μετέδιδαν την πληροφορία στον Νεόφυτο που την άλλη μέρα πήγαινε σε λάθος τόπο, ενώ ο Χαμπής πήγαινε σε άλλο τόπο πολύ μακριά οπου ψάρευε με δυναμίτη χωρίς να τον παιρνουν χαπάρι..
Η υπόθεση κατάντησε κρυφτούλι και σε όλη την επαρχία περιγελούσαν τον τελώνη, με αποτέλεσμα αυτός να πεισμώνει περισσότερο και περισσότερο να επιθυμεί να τον συλλάβει. Προσέλαβε περισσότερους ρουφιάνους τους οποίους κάθε φορά αντικαθιστούσε ώστε να μην κινούν υποψίες, και περίμενε, με τον καιρό ήξερε ότι η επιχείρηση θα τελεσφορούσε.
Ώσπου εκείνη τη μέρα είχε τις σωστές πληροφορίες που τον βοήθησαν και τους συνέλαβε επ αυτοφώρω. Ήξεραν όλοι ότι η καταδίκη ήταν σίγουρη, το πρόστιμο δια έκαστον θα υπερέβαινε τις είκοσι λίρες, ένα τεράστιο ποσό για εκείνη την εποχή, αφού με λιγότερα χρήματα κάποιος μπορούσε να αγοράσει ένα χωράφι. 

Η ΕΚΔΙΚΗΣΗ
Η κατηγορίες που βάραιναν τους πέντε κατηγορούμενους ήταν παράνομη αλιεία, κατοχή καψουλιών, φυτιλιού, δυναμίτιδας και χρησιμοποίηση τους με αποτέλεσμα την καταστροφή της θαλάσσιας πανίδας και χλωρίδας, και την έκθεση σε κίνδυνο άλλων τυχόν διερχομένων ανθρώπων από την περιοχή. Αφού οι τελωνειακές αρχές τους έπιασαν επ αυτοφώρω, δεν υπήρχε λόγος μη παραδοχής τους, γι αυτό όλοι παραδέχτηκαν ενοχή και αφού κατηγορήθηκαν αφέθηκαν ελεύθεροι για να κλητευτούν αργότερα και να δικαστούν.
Από εκείνη τη μέρα όλοι τους έγιναν ταχτικοί θαμώνες στο καφενείο του Χαριλάου. Ήταν θυμωμένοι και για πολλές μέρες συζητούσαν το ίδιο θέμα. Τους έτρωγε το σαράκι κι το αλλοίμονο γιατι κάποιος δίπλα τους που δεν τον πήραν χαπάρι τους κάρφωσε και πιάστηκαν σαν ζώα στη φάκα. Το γνώριζαν ότι η επιχείρηση ήταν καρφωτή, γιατι αυτό δήλωνε το κατηγορητήριο ότι δηλαδή ο υπεύθυνος τελώνης έδρασε κατόπιν πληροφοριών. Δεν χωρούσε ο νους τους γιατι ο τελώνης που είχε ρίζες χωριανές  τους κυνήγησε αντί να τους προστατεύσει. Και όσο σκέφτονταν πόση σκληρή εργασία θα χρειάζονταν για την αποπληρωμή του προστίμου, ο νους τους δεν υσήχαζε και η σκέψη τους γύριζε ψάχνοντας τρόπους εκδίκησης.
Οι νεαρότεροι της παρέας Βέργας και Κουρούσιης είχαν πάρει το ζήτημα πατριωτικά και στο νεαρό της ηλικίας τους με τη φιλοπατρία βαθιά ριζωμένη μέσα τους, χωρίς φόβο στην καρδιά για την καταδίκη τους, αλλά γεμάτοι αγανάχτηση, δεν μπορούσαν να χωνέψουν πως ένας Έλληνας Κύπριος τους συνέλαβε εν μέσω του αγώνα της ΕΟΚΑ και τους παρέδωσε στην Βρετανική δικαιοσύνη. Αυτοί αγνοί αγωνιστές της πατρίδας τους που δεν φοβούνταν να θυσιαστούν για να την ελευθερώσουν, δεν ανέχονταν τον Αγγλικό ζυγό και τον πολεμούσαν. Και αφού δεν μπορούσαν να ανεχτούν τους εχθρούς, πως θα μπορούσαν να μην αντιδράσουν για τη συνέργεια μαζί τους του συμπατριώτη τους τελώνη; Έφεραν στη σκέψη τους να τον εκτελέσουν σαν συνεργάτη του εχθρού, αλλά ο Χαμπής ο Μαύρος τους είπε ότι αυτό δεν γινόταν γιατι ήταν συγγενής του. Είχε παντρευτεί την εγγονη της θείας του Αρτομυσίας, και άσχετα αν αυτός δεν εκτίμησε συγγένεια, ο ίδιος ήταν υπόχρεος να προστατεύσει την ξαδέλφη του. Γι αυτό έπρεπε να ξεχάσουν τέτοια σκέψη και να εφεύρουν άλλο τρόπο εκδίκησης.
Ο Φίλιππος στεναχωριόταν περισσότερο απ όλους γιατι μόλις είχε αγοράσει το αυτοκίνητο με δόσεις, και γνωρίζοντας πόσο μεγάλο θα ήταν το πρόστιμο, ανησυχούσε πως δεν θα μπορούσε να αποπληρώσει το ταξί, και θα το έχανε.
Ο Χαρίλαος ήταν περισσότερο θυμωμένος απ όλους, γιατι καταλάβαινε ότι ο χαφιές τους κατασκόπευσε μέσα στο καφενείο του. Ήθελε να τον ανακαλύψει οπωσδήποτε, για να του δώσει ένα δημόσιο μάθημα προς παραδειγματισμό και όσων άλλων ρουφιάνων κατασκόπευαν το καφενείο του.
Όλοι συμφώνησαν πως έπρεπε να τιμωρήσουν τον τελώνη, και αποφάσισαν να σκεφτούν και να προτείνουν τρόπους παραδειγματικής εκδίκησης.
Ο Χαρίλαος ζυγίζοντας όλες τις πιθανότητες, βρήκε τον καταλληλότερο τρόπο, όπως ομολόγησαν όλοι μετά που τους εξήγησε τη σκέψη του. 
Πέρασαν αρκετές μέρες και ηρθε η μέρα της δίκης. Ο δικαστής που θα τους δίκαζε ήταν ο Χουλουσής, ένας Τουρκοκύπριος που είχε αρκετές φιλίες με τον Χαμπή, και παλαιότερα για παρόμοιες κατηγορίες τον απάλλαξε κάποιες φορές. Και σε αυτή την περίπτωση ήθελε να βοηθήσει, αλλά το θέμα ήταν λεπτό, ο τελώνης που τους συνέλαβε είχε δώσει στο ζήτημα διαστάσεις σχεδόν πολιτικές, γι αυτό έπρεπε να είναι προσεχτικός. Τους δίκασε επιεικώς λαμβάνοντας υπ όψιν όπως είπε το νεαρό της ηλικίας ορισμένων, και τους καταδίκασε σε πρόστιμα από δεκατέσσερις έως είκοσι λίρες. Οι νεαροί της παρέας Κουρούσιης, Βέργας και Φίλιππος καταδικάστηκαν ως νεαροί σε λιγότερο πρόστιμο, ενώ οι Χαμπης και Χαρίλαος σε μεγαλύτερο.
Αποφάσισαν να περιμένουν λίγο καιρό για να μην συνδυαστεί το γεγονός, και μετά έβαλαν το σχέδιο εμπρός. Ο Χαρίλαος που ήταν φίλοι με τον Τουρκόπουλο, του ζήτησε να πει στον Αστυνόμο της Πάφου ότι με τον Τελώνη επειδή είχαν οικογενειακές και οικονομικές διαφορές, τον παρεμπόδιζε στο έργο του. Ο αστυνόμος  είχε τον Τουρκόπουλο υπό την προστασία του, γιατι ήταν το δεξί του χέρι και το δεξί του μάτι για όσα συνεβαίνανε στο χωριό. Δεν μπορούσε λοιπόν να προβλέψει την πιεστική του απαίτηση να μεταθέσει τον τελώνη. Χωρίς να γνωρίζει τους πραγματικούς λογους και πιστεύοντας όσα του είπε ο Τουρκόπουλλος, τον μετάθεσε στο Βαρώσι.
Η μετάθεση του στην άλλη άκρη της Κύπρου του ήρθε ταμπλάς, αφού ήταν κάτι που δεν συνηθιζόταν να μετατίθεται κάποιος τόσο πολύ μακριά από τη γενέτειρα του. Τον έστειλαν μακριά από το σπίτι του, τον ξεσήκωναν οικογενειακά και τον εξαπόστελλαν πολύ μακριά. Καταλάβαινε ότι ήταν μια εκδικητική μετάθεση, αλλά δεν μπορούσε να σκεφτεί από ποιον. Σκέφτηκε σοβαρά να παραιτηθεί, αλλά ήξερε ότι δεν ήταν εύκολο να βρεί άλλη δουλειά. Του κακοφάνηκε πολύ γιατί στη δουλειά του πίστευε πως ήταν άριστος και με προσήλωση εργαζόταν σε αυτήν. Ζήτησε ακρόαση για να αιτηθεί αναστολή της απόφασης, αλλά δεν τον έλαβαν υπ όψιν.
Έτσι μάζεψε τα μπαγκαζια του και με τη σύζυγο του απαρηγόρητη που θα έφευγαν μακριά στα ξένα, μετοίκισαν στο μακρινό Βαρωσι.
Ο πεθερός του ο Κεφάλας έψαξε το ζήτημα και έμαθε την αλήθεια. Δεν θύμωσε  για ότι του έκαμαν, αλλά έμεινε και ευχαριστημένος που ο ξάδερφος του ο Χαμπής προστάτευσε την οικογένεια του από το μαυροφόρεμα. Τα εξήγησε στον γαμπρό του τον τελώνη, που και αυτός κατάλαβε σε ποιούς δύσκολους καιρούς ζούσε, σε μια επαναστατική περίοδο στην οποία θα έπρεπε σε πρώτη μοίρα να έχει την πατρίδα, και το νόμο σε δεύτερη. Από εκείνο τον καιρό ήταν προσεχτικός στην εξάσκηση των καθηκόντων του και ελαστικός στην εφαρμογή του νόμου, και από πάνω βοηθούσε όσο μπορούσε τους αγωνιστές της ΕΟΚΑ. 
Οι καταδικασθέντες πλήρωσαν με δώσεις τα μεγάλα πρόστιμα, και παρηγοριά τους έμεινε μόνο η εκδίκηση που πήραν της οποίας το τίμημα ήταν πολύ βαρύτερο για τον τελώνη από το δικό τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου